Κ. Τσιάρας: Η αντιμετώπιση της υπερχρέωσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων βασικός στόχος της κυβέρνησης

“Η αντιμετώπιση της υπερχρέωσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους της κυβέρνησης της ΝΔ και του πρωθυπουργού”, ανέφερε, μιλώντας νωρίτερα στη Βουλή, ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας. “Ο διάλογος μεταξύ των συναρμόδιων υπουργείων για την κατάρτιση ενός νέου θεσμικού πλαισίου ρύθμισης χρεών, πτώχευσης των φυσικών και των νομικών προσώπων και ταυτόχρονης απαλλαγής τους από χρέη, έχει ανοίξει. Πολύ σύντομα θα έχουμε ένα νέο ενιαίο πλαίσιο για την αφερεγγυότητα των φυσικών και νομικών προσώπων. Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση δείχνει ότι είναι συνεπής, όχι μόνο σε βασικές υποχρεώσεις της χώρας αλλά και στην αυτονόητη υποχρέωση να προστατεύσει τους πολίτες και να δημιουργήσει ένα πραγματικό κράτος δικαίου”, είπε ο κ. Τσιάρας.

Ο υπουργός Δικαιοσύνης είχε κληθεί να απαντήσει σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της Ελληνικής Λύσης Κωνσταντίνου Μπούμπα που κατήγγειλε μεροληψία του δικαστικού συστήματος, κατά των δανειοληπτών που επιθυμούν να υπαχθούν στο διάδοχο σχήμα του Νόμου Κατσέλη”.

“Θέλω να σας υποβάλω ένα ρητορικό ερώτημα. Πρέπει να υπάρχει απόλυτη προστασία της πρώτης κατοικίας και για τον πλούσιο και τον φτωχό; Αυτό πρέπει να το απαντήσετε ως εποικοδομητική αντιπολίτευση. Εμείς θέλουμε να προστατεύσουμε αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη. Γι΄αυτό επεκτείναμε το πλαίσιο προστασίας πρώτης κατοικίας μέχρι και σήμερα, το οποίο με απόφαση της προηγούμενης κυβέρνησης που έληγε 31 Δεκεμβρίου 2019”, είπε ο υπουργός Δικαιοσύνης και πρόσθεσε: “Παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν, διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν υποθέσεις του Ν.3869/2010 οι οποίες είναι σε εκκρεμότητα, προσδιορισμένες για δικασίμους μετά 1.1.2021 και δίνονται σήμερα ημερομηνίες για μετά το 2027. Αν ληφθεί υπόψη ότι αυτές οι εκκρεμείς αιτήσεις έχουν υποβληθεί προ του 2015, γίνεται αντιληπτό ότι είμαστε αντιμέτωποι με μια πραγματικότητα που δεν υπάρχει πουθενά στην Ευρώπη σε σχέση με τη διάρκεια της δίκης, η οποία υπερβαίνει τις επιταγές της ευρωπαϊκής πραγματικότητας”.