Τον τελευταίο καιρό, αρκετοί αμερικανοί CEO φέρονται να προβληματίζονται με την μείωση της παραγωγικότητας, την άνοδο των ανισοτήτων και τα χρηματοπιστωτικά πλήγματα στην οικονομία, καθώς και τις πολιτικές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν στην κοινωνία όλα αυτά, όπως την άνοδο του λαϊκισμού, της ακροδεξιάς κ.α.
Είδαμε πρόσφατα σε διεθνούς κύρους εφημερίδες πρωτοσέλιδα να προωθούν ένα reset του καπιταλισμού επί το δικαιότερο. Τον περασμένο Σεπτέμβριο το περίφημο Business Roundtable (Επιχειρηματική Στρογγυλή Τράπεζα), το σημαντικότερο επιχειρηματικό lobby στις ΗΠΑ που επηρεάζει τον τρόπο της εταιρικής διακυβέρνησης, πέταξε στον “κάλαθο των αχρήστων” την προηγούμενη Διακήρυξη Εταιρικής Διακυβέρνησης (Statement on the Purpose of a Corporation) που επικύρωνε την υπεροχή των μετόχων (με βάση την οποία, τα συμφέροντα τους πάντα προηγούνταν των συμφερόντων των υπολοίπων stakeholders, δηλαδή των καταναλωτών, των εργαζομένων και της κοινωνίας) για να φτιάξουν μια νέα διακήρυξη, η οποία λέει ότι οι μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις δεν θα βάζουν πια τους μετόχους τους πάνω από κάθε άλλον, αλλά δεσμεύονται να δημιουργήσουν αξία για όλους, για το καλό των επιχειρήσεων, των κοινωνιών και της ίδιας της χώρας. Στο νέο «Statement on the Purpose of a Corporation» πλέον, οι επιχειρήσεις οφείλουν να δημιουργούν αξία για τους πολίτες και την κοινωνία.
Business Roundtable
Το Business Roundtable αντιπροσωπεύει τις μεγαλύτερες αμερικανικές εταιρείες και συμμετέχουν σε αυτό μερικοί από τους διευθύνοντες συμβούλους με τη μεγαλύτερη επιρροή στις ΗΠΑ, όπως της JP Morgan, της Apple, της Pepsi, της Walmart κ.ά. Εδώ και κοντά μισό αιώνα είναι το συλλογικό όργανο των διευθύνοντων συμβούλων των μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων, που απασχολούν περισσότερους από 15.000.000 εργαζόμενους και έχουν ετήσια έσοδα πάνω από επτά τρισεκατομμύρια δολάρια.
Από τότε που εξελέγη ο Ντόναλντ Τραμπ πρόεδρος των ΗΠΑ ωστόσο, οι σχέσεις του πανίσχυρου λόμπι με τον Λευκό Οίκο δεν είναι πολύ καλές αν και επιδοκίμασαν τη φορολογική του μεταρρύθμιση που μείωσε τους φόρους. Οι CEO’s του Business Roundtable επέκριναν από την πρώτη στιγμή την απόφαση του να επιβάλει δασμούς στον εισαγόμενο χάλυβα και στο αλουμίνιο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Καναδά και το Μεξικό. Παλαιότερα είχαν αποδοκιμάσει δημόσια και για το αντιμεταναστευτικό διάταγμά του, καθώς και τις δηλώσεις που είχε κάνει για τα ρατσιστικά επεισόδια στο Σάρλοτσβιλ της Βιρτζίνιας. Το Business Roundtable μάλιστα, είχε πάρει την πρωτοβουλία να ζητήσει να εγκριθεί ένας νόμος που θα προστάτευε τα παιδιά που θα έφταναν παράνομα στις ΗΠΑ μαζί με τους γονείς τους.
Η επίλυση κοινωνικών προβλημάτων
Σύµφωνα µε έρευνα της SurveyMonkey, τέσσερις στους δέκα CEO της λίστας Fortune 500, πιστεύουν ότι η επίλυση κοινωνικών προβληµάτων θα πρέπει να είναι μέρος της κύριας επιχειρηµατικής στρατηγικής τους, ενώ μονο το 7% εµµένει στο δόγμα Friedman ότι θα πρέπει «να εστιάζουν στη δηµιουργία κερδών και να µην αποσπάται η προσοχή τους από κοινωνικούς στόχους». Σύµφωνα µε δημοσκόπηση στις ΗΠΑ, το 46% των Αμερικανών θέλουν οι διευθύνοντες σύµβουλοι να εκφράζουν άποψη για δηµόσια πράγματα, ενώ στις ηλικίες 25-44 ετών το ποσοστό αυτό είναι ακόμα μεγαλύτερο, ξεπερνώντας το 50%. Για κάποιους αναλυτές, η τάση της βελτίωσης του καπιταλισμού, πρωτοεμφανίστηκε σε πιο πρώιμο στάδιο το 2008 στο Νταβός µε την οµιλία του Bill Gates, που αναφέρθηκε στην ανάγκη ύπαρξης ενός νέου «δηµιουργικού καπιταλισµού».
Ο Gates είχε υποστηρίξει τότε ότι η ιδιοφυΐα του καπιταλισµού έγκειται στην ικανότητά του να τιθασεύει το ατοµικό συµφέρον µε τρόπους χρήσιµους και βιώσιµους. “Για να προσφέρουµε ταχεία βελτίωση των συνθηκών ζωής των φτωχών, χρειαζόµαστε ένα σύστηµα που να βασίζεται αποτελεσµατικότερα στις επιχειρήσεις και σε όσους καινοτοµούν” είχε πει, υποστηρίζοντας ότι ένα τέτοιο σύστηµα θα είχε µια διττή αποστολή: “να παράγει κέρδη και να βελτιώνει παράλληλα τις ζωές όσων δεν επωφελούνται πλήρως από τις δυνάµεις της αγοράς”.
Η χρηµατοπιστωτική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 2000 ταρακούνησε την παγκόσμια οικονομία και αποκάλυψε το τεράστιο χάσµα µεταξύ των γιγαντιαίων αποδόσεων του κεφαλαίου και των στάσιµων µισθών της εργασίας, καθώς και το χάσμα των λίγων υπερπροστατευµένων και των πολλών ευάλωτων. Οι ανισότητες αυτές μοιάζει να μεγεθύνονται από τα οφέλη της τεχνολογικής προόδου (ψηφιοποίηση, ροµποτική, τεχνητή νοηµοσύνη) που αντί να ανακουφίσει τους εργαζόμενους, τους έκανε να νιώθουν πιο ευάλωτοι. Για τον λόγο αυτό και στην αρχή της διεθνούς κρίσης είχε ξεσπάσει μια ευρεία αντίδραση “ενάντια στο σύστηµα”, κυρίως µεταξύ των νέων. Σύμφωνα με µελέτη του Harvard του 2016, το 51% όσων απάντησαν, ηλικίας 18-29 ετών, δεν υποστήριζαν τον καπιταλισµό και το 1/3 έβλεπε θετικά τον σοσιαλισµό. Άλλη έρευνα, την περασμένη χρονιά, κατέδειξε ότι μόνο το 45% των νέων βλέπει θετικά τον καπιταλισµό.
Αυτή η απόρριψη προφανώς επηρέασε τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, καθώς ο Donald Trump είχε στηρίξει εν πολλοίς την προεκλογική του εκστρατεία στην εναντίωση του στην παγκοσµιοποίηση και στο ελεύθερο εµπόριο, που τροφοδότησε την ανάπτυξη στις ΗΠΑ για πολλά χρόνια, ενώ και στους Δημοκρατικούς ο σοσιαλιστής Bernie Sanders απολαμβάνει εντυπωσιακά ποσοστά δημοφιλίας. Τον ίδιο ρόλο φαίνεται να έπαιξε και στο δηµοψήφισµα για το Brexit το 2016, όταν τα λαϊκά στρώματα (και όχι μόνο) στη Βρετανία περιφρόνησαν την επιχειρηματική και πολιτική ελίτ.
Οι ενδείξεις ήταν αρκετές και οι CEO πήραν το μήνυμα: ο καπιταλισµός με την παλιά του μορφή είχε αρχίσει να χάνει τη γοητεία του. Την ίδια περίοδο ένας δηµοσιογράφος, ο Steven Pearlstein, έγραψε ένα άρθρο στην Washington Post ασκώντας έντονη κριτική στην προηγούμενη διακήρυξη εταιρικού σκοπού του Business Roundtable, υποστηρίζοντας ότι «η απόφαση να οριστεί η µεγιστοποίηση της αξίας για τον µέτοχο ως ο µοναδικός σκοπός µιας επιχείρησης» είναι «η πηγή πολλών από τα στραβά του αµερικανικού καπιταλισµού».
Παρόλα αυτά, το Business Roundtable υπό την ηγεσία του James Dimon επιδοκιμάστηκε για την υποστήριξή του προς την εγκατάλειψη των τριµηνιαίων προβλέψεων κερδοφορίας, την κριτική στη µεταναστευτική πολιτική του Trump και την προώθηση της κατάρτισης των εργαζομένων. Όµως, το γεγονός ότι συνέχιζε να βάζει τα συµφέροντα των µετόχων πάνω από τα συµφέροντα οποιουδήποτε άλλου, αποτελούσε πλέον αγκάθι. Ο Dimon προσκάλεσε τότε µια οµάδα δημοσιογράφων και αναλυτών σε δείπνο στην έδρα της JPMorgan
δηλώνοντας ότι θα ξαναδεί την διακήρυξη του εταιρικού σκοπού. Πράγμα που έκανε. Όχι χωρίς να υπάρξουν αντιδράσεις. Υπήρχαν µέλη του Business Roundtable που αντέδρασαν αρνητικά, αλλά οι περισσότεροι πείστηκαν ότι έπρεπε να αλλάξει. Το διοικητικό συµβούλιο συµφώνησε «ότι είναι πραγµατικά σηµαντικό να καταδείξουµε και να προωθήσουµε επικοινωνιακά τον θετικό ρόλο των επιχειρήσεων στην κοινωνία».Η ηγεσία του Dimon στο Business Roundtable πήρε ξεκάθαρες και τολμηρές θέσεις σε κοινωνικά ζητήµατα, όπως η υποστήριξη του στο αίτηµα αύξησης του κατώτατου µισθού, προσθέτοντας µια ατζέντα υιοθέτησης πολιτικών που θα βοηθήσουν την καλύτερη διανομή στα οφέλη της οικονομικής ανάπτυξης.
Κάπως έτσι, φτάσαμε και στις 19 Αυγούστου, όταν το Business Roundtable παρουσίασε τη νέα διακήρυξη εταιρικού σκοπού, πυροδοτώντας την τάση αλλαγής του καπιταλισμού επί το δικαιότερο. Η αναθεώρηση της διακήρυξης διήρκεσε σχεδόν έναν χρόνο. Ο CEO της Johnson & Johnson, Alex Gorsky που τέθηκε επικεφαλής του εγχειρήματος δήλωσε ότι “ήταν ένα αναγκαίο ταξίδι, καθώς οι άνθρωποι θέτουν θεµελιώδη ερωτήµατα σχετικά µε το πόσο καλά υπηρετεί ο καπιταλισµός την κοινωνία”, ενώ ο Dimon δήλωσε ότι η διακήρυξη «είναι µια αναγνώριση του γεγονότος ότι οι επιχειρήσεις µπορούν να κάνουν περισσότερα για να βοηθήσουν τον µέσο Αµερικανό».
Παρατίθεται το κείμενο της νέας Διακήρυξης Εταιρικού Σκοπού του Business Roundtable:
“Οι Αμερικανοί αξίζουν μια οικονομία που να επιτρέπει σε κάθε άτομο να πετύχει με σκληρή δουλειά και δημιουργικότητα και να ζήσει μια ζωή με νόημα και αξιοπρέπεια. Πιστεύουμε ότι το σύστημα της ελεύθερης αγοράς είναι το καλύτερο μέσο για τη δημιουργία καλών θέσεων εργασίας, μιας ισχυρής και βιώσιμης οικονομίας, καινοτομίας, ενός υγιούς περιβάλλοντος, και οικονομικών ευκαιριών για όλους.
Οι επιχειρήσεις διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην οικονομία δημιουργώντας θέσεις εργασίας, προωθώντας την καινοτομία και παρέχοντας βασικά αγαθά και υπηρεσίες. Οι επιχειρήσεις παράγουν και πωλούν καταναλωτικά προϊόντα, κατασκευάζουν εξοπλισμό και οχήματα, υποστηρίζουν την εθνική άμυνα, καλλιεργούν και παράγουν τρόφιμα, παρέχουν υγειονομική περίθαλψη, παράγουν και διανέμουν ενέργεια, και προσφέρουν χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, υπηρεσίες επικοινωνίας, και άλλες υπηρεσίες που υποστηρίζουν την οικονομική ανάπτυξη.
Αν και καθεμία από τις μεμονωμένες εταιρείες μας εξυπηρετεί τον δικό της εταιρικό σκοπό, μοιραζόμαστε μια θεμελιώδη δέσμευση προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Δεσμευόμαστε:
– Να προσφέρουμε αξία στους πελάτες μας. Θα προωθούμε την παράδοση που έχουν οι αμερικανικές εταιρείες στο να ηγούνται της προσπάθειας κάλυψης ή και υπέρβασης των προσδοκιών των πελατών.
– Να επενδύουμε στους εργαζομένους μας. Αυτό ξεκινά με τη δίκαιη αμοιβή τους και με άλλες παροχές. Περιλαμβάνει επίσης την παροχή υποστήριξης μέσω της κατάρτισης και της εκπαίδευσης που βοηθούν στην ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων για έναν ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο. Προωθούμε την ποικιλομορφία και τη συμπερίληψη, την αξιοπρέπεια και τον σεβασμό.
– Να αντιμετωπίζουμε δίκαια και ηθικά τους προμηθευτές μας. Είμαστε αφοσιωμένοι στο να είμαστε καλοί εταίροι για τις άλλες επιχειρήσεις, μεγάλες και μικρές, που μας βοηθούν να ανταποκρινόμαστε στις αποστολές μας.
-Να υποστηρίζουμε τις κοινότητες στις οποίες εργαζόμαστε. Σεβόμαστε τους ανθρώπους στις κοινότητές μας και προστατεύουμε το περιβάλλον υιοθετώντας βιώσιμες πρακτικές σε όλο το φάσμα των επιχειρηματικών μας δραστηριοτήτων.
Να δημιουργούμε μακροπρόθεσμη αξία για τους μετόχους. Αυτοί παρέχουν το κεφάλαιο που επιτρέπει στις εταιρείες να επενδύουν, να αναπτύσσονται και να καινοτομούν. Δεσμευόμαστε στη διαφάνεια και την αποτελεσματική εμπλοκή με τους μετόχους.
Κάθε ενδιαφερόμενο μέρος είναι απαραίτητο. Δεσμευόμαστε να προσφέρουμε αξία σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, για τη μελλοντική επιτυχία των εταιρειών μας, των κοινοτήτων μας, και της χώρας μας”.