Wood: Ευνοϊκό το κλίμα στην Ελλάδα – Τι βλέπει για πληθωρισμό και ανάπτυξη

Wood εκτιμά ότι η ανάπτυξη φέτος στην Ελλάδα θα διαμορφωθεί σε 2,7% και το επόμενο έτος σε 2,8%, με τον πληθωρισμό να παραμένει σε υψηλά επίπεδα κοντά στο 3,3%. Οι περιορισμένες ανάγκες δημόσιας χρηματοδότησης και ένα ανταγωνιστικό πλαίσιο ανάπτυξης τι οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων θα μειωθούν περαιτέρω, πολύ πέρα από αυτό που θα συνεπαγόταν η τρέχουσα πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας, οδεύοντας κοντά στις αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων. Η εκτίμηση της Wood είναι ότι η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου θα πρέπει να κινηθεί κοντά στα επίπεδα του 3,3% το 2024.

Οι επενδύσεις, που στηρίζονται από τα ταμεία της ΕΕ και τις άμεσες ξένες επενδύσεις αποτελούν ισχυρή απόδειξη ότι η οικονομία είναι ανταγωνιστική και ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξακολουθεί να εργάζεται ενεργά για την προώθηση των μεταρρυθμίσεων σε πολλούς τομείς. Η πολιτική ηγεσία έχει μεγαλύτερη σημασία από ότι στο παρελθόν και η Ελλάδα ταξιδεύει σταθερά, είναι η άποψη της. Η πρόσφατη νέα θητεία Μητσοτάκη συνεχίζει να προχωράει με τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις με τις Βρυξέλλες, χάρη και στο ταμείο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, το οποίο συνδέει τη χρηματοδότηση με συμφωνημένες επενδύσεις και αλλαγές πολιτικής.

Οι ευρωεκλογές τον προσεχή Ιούνιο θα πρέπει να επιβεβαιώσουν την ευρεία στήριξη της Νέας Δημοκρατίας, δεδομένου ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το ποσοστό αποδοχής της ΝΔ στο 38% – 41%, σταθερά. Η Νέα Δημοκρατία ανήκει στην πολιτική ομάδα του ΕΛΚ – Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στην Ευρώπη, η οποία θα πρέπει να κερδίσει και να διορίσει τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πιθανότατα και πάλι την Von der Leyen. Η αξιωματική αντιπολίτευση στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει νέο πρόεδρο τον κ. Κασελάκη και διαθέτει μια σταθερή βάση υποστήριξης της τάξης του 13% – 14%. Οι ευρωπαϊκές εκλογές, ιστορικά, δεν έχουν άμεσο αντίκτυπο στις χρηματοπιστωτικές αγορές, αλλά είναι πολύ σημαντικές για τη μακροπρόθεσμη πορεία της ΕΕ. Οι εκλογές είναι πιθανό να έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο από ότι στο παρελθόν, δεδομένων των έντονων διαφωνιών στο εσωτερικό των κρατών μελών στους τομείς της κλιματικής αλλαγής, της ενεργειακής μετάβασης, του κράτους δικαίου και της διεύρυνσης της ΕΕ, όπου η Ουκρανία είναι η μεγαλύτερη και πιο ευαίσθητη απόφαση που βρίσκεται μπροστά μας.

Οι εκτιμήσεις για την οικονομία, τα δάνεια και τον εξωτερικό τομέα

Η οικονομική δραστηριότητα έχει μειωθεί το δεύτερο εξάμηνο, αλλά θα πρέπει να ανακάμψει το 2024. Το καλοκαίρι σημαδεύτηκε από πυρκαγιές και πλημμύρες και οι έρευνες για τις επιχειρήσεις δείχνουν ότι η οικονομική εμπιστοσύνη παραμένει ασθενέστερη, αλλά ικανή για υψηλό ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με την Ευρώπη.

Τα επενδυτικά σχέδια προχωρούν σταθερά αλλά η Wood ‘είδε’ περιορισμούς στην αγοραστική δύναμη των Ελλήνων λόγω των υψηλών επιπέδων του πληθωρισμού, των υψηλότερων τιμών των ακινήτων, της μικτής εικόνας όσον αφορά την αύξηση των μισθών και των αρνητικών επιπτώσεων στον πλούτο. Η κατανάλωση συνεπώς υπονομεύεται από ότι η αύξηση των πραγματικών μισθών δεν είναι τόσο υψηλή όσο φαίνεται, και τα νοικοκυριά επιβαρύνονται με απώλειες πλούτου όταν διατηρούν πολλά μετρητά στο ταμείο τους και στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό είναι το πιο συνηθισμένο.

ζήτηση των νέων δανείων θα παραμείνει μια διαδικασία σταδιακής εξομάλυνσης και είναι κάτι που είναι αναμενόμενο στα πλαίσια της σταδιακής επιστροφής σε μια κανονική λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Οι ελληνικές επιχειρήσεις αποπληρώνουν δάνεια, δεδομένου του υψηλού κόστους χρηματοδότησης, ενώ τα στεγαστικά δάνεια είναι αρκετά ακριβά, δεδομένων των επιπέδων των μισθών, των υψηλών προκαταβολών και της συνεχιζόμενης διαδικασίας αναδιάρθρωσης των παλαιών δανείων που δεν αποδίδουν. Οι ελληνικές τράπεζες, όπως και ο ιδιωτικός τομέας, είναι ουραγός όσον αφορά την ψηφιοποίηση και αυτό συμβάλλει επίσης στον αργό ρυθμό εξομάλυνσης.

Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εξακολουθεί να είναι υψηλό και αναδεικνύει την ανάγκη να προχωρήσουν οι μακροπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο 7,4% του ΑΕΠ το 2023 και το οποίο θα μειωθεί στο 6,5% του ΑΕΠ το 2024. Το έλλειμμα χρηματοδοτείται άνετα μέσω καθαρών άμεσων ξένων επενδύσεων ύψους 1,4% επί του παρόντος και άλλων επενδύσεων ύψους 5,1% του ΑΕΠ, ενώ οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου παραμένουν ήπια σε εκροή κεφαλαίων.