Ικανοποίηση για την τήρηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, αλλά και αισιοδοξία για τις εκλογές του Απριλίου εκφράζει ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ σε συνέντευξή του στην Deutsche Welle.
Μιλώντας στο σλαβομακεδονικό πρόγραμμα της DW o Ζόραν Ζάεφ δηλώνει ότι “η Συμφωνία των Πρεσπών παραμένει μία ιστορική συμφωνία ανάμεσα στις δύο χώρες. Το ανοιχτό ζήτημα με την Ελλάδα για την ονομασία αποτελούσε ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ενσωμάτωση στις ευρω-ατλαντικές δομές”. Παράλληλα, ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας επισημαίνει ότι “χάρη στη Συμφωνία των Πρεσπών η Βόρεια Μακεδονία και η Ελλάδα είναι πλέον σύμμαχοι στην πιο ισχυρή στρατιωτική συμμαχία του κόσμου. Σύμφωνα με τα ισχύοντα για τη συνεργασία των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα είναι εγγυητής και φύλακας του εναέριου χώρου μας. Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι μία συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα στη Βόρεια Μακεδονία και στην Ελλάδα”.
Απαντώντας στο ερώτημα εάν η συμφωνία θα παραμείνει σε ισχύ σε περίπτωση που ο ίδιος χάσει τις βουλευτικές εκλογές τον Απρίλιο, ο Ζόραν Ζάεφ δηλώνει: “Δεν θα χάσω τις εκλογές”. Προσθέτει μάλιστα ότι “αυτό που έχει εξαγγείλει η αντιπολίτευση είναι μία απειλή ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θα ακυρωθεί, κάτι που σημαίνει ότι η χώρα θα αναγκαστεί να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ. Αλλά ένα πράγμα είναι σίγουρο: οι πολίτες που, με ισχυρή πλειοψηφία, στήριξαν την ενσωμάτωση στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, δεν θα επιτρέψουν την εκτροπή της χώρας από έναν δρόμο, για τον οποίον πολλές γενιές έχουν αγωνιστεί”.
“Συντετριμμένος” μετά το γαλλικό βέτο
Ο Ζόραν Ζάεφ φαίνεται να κατανοεί το επιχείρημα των Ευρωπαίων ότι “χρειάζονται χρόνο”, αλλά την ίδια στιγμή προειδοποιεί ότι “αν επιστρέψουν εδώ ο εθνικισμός και ο ριζοσπαστισμός, τότε θα χάσουμε δεκαετίες”. Ο ίδιος τονίζει ότι η χώρα του δεν θέλει να ενταχθεί αμέσως στην ΕΕ, αλλά όπως δηλώνει χαρακτηριστικά “θα πρέπει να διατηρήσουμε το κίνητρό μας για να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα. Όταν όλοι είναι έτοιμοι, τόσο εμείς, όσο και η ΕΕ, τότε θα γίνουμε μέλος. Σήμερα κανείς δεν μπορεί να πει εάν αυτό θα συμβεί σε πέντε, επτά ή δέκα χρόνια”.
Πηγη: DW – Μπόρις Γκεοργκιγιέφσκι
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου