
Η Federal Reserve προχώρησε στη δεύτερη μετριοπαθή περικοπή των αμερικανικών επιτοκίων για τη φετινή χρονιά.
Συγκεκριμένα, η FOMC ενέκρινε μείωση κατά 25 μονάδες βάσης με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση των επιτοκίων στο εύρος του 3,75% με 4%, ήτοι στο χαμηλότερο επίπεδο τους από τα τέλη του 2022.
Η απόφαση αυτή αποσκοπεί στη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας εν μέσω ενδείξεων επιβράδυνσης κυρίως της αγοράς εργασίας, παρά και την ανθεκτικότητα που παρουσιάζει ο πληθωρισμός τους τελευταίους μήνες, παραμένοντας σταθερά πάνω από το όριο του 2%.
Η μείωση των επιτοκίων δεν είναι ένα δεδομένο συμπέρασμα είναι το μήνυμα που μετέφερε ο πρόεδρος της Federal Reserve, Τζερόμ Πάουελ, κατά την καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου μετά την απόφαση της κεντρικής τράπεζας να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μ.β και να βάλει τέλος την 1η Δεκεμβρίου στο πρόγραμμα ποσοτικής σύσφιγξης.
Στις προβλέψεις του Σεπτεμβρίου, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προέβλεπαν μείωση τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με τη μέση εκτίμηση του dot plot.
«Σε αυτή τη συνάντηση, υπήρξαν έντονα διαφορετικές απόψεις σχετικά με το πώς να προχωρήσουμε τον Δεκέμβριο» είπε χαρακτηριστικά.
«Μια περαιτέρω μείωση του επιτοκίου στη συνάντηση του Δεκεμβρίου δεν είναι προκαθορισμένο συμπέρασμα. Κάθε άλλο. Η πολιτική δεν ακολουθεί μια προκαθορισμένη πορεία».
Η αντίδραση της αγοράς ομολόγων ήταν άμεση. Η απόδοση του διετούς ομολόγου, ο τίτλος είναι ευαίσθητος στις αλλαγές της νομισματικής πολιτικής, εκτοξεύτηκε κατά 9 μονάδες βάσης.
Ο πρόεδρος της Fed εξήγησε ότι στη σημερινή συνεδρίαση υπήρξαν έντονα διαφορετικές απόψεις και ως εκ τούτου η FOMC δεν έχει λάβει απόφαση για τον Δεκέμβριο, καθώς τα μέλη της θα εξετάσουν τα δεδομένα, πώς αυτά επηρεάζουν τις προοπτικές και την ισορροπία των κινδύνων.
Ο Πάουελ σημείωσε ότι είναι δύσκολο να προσδιοριστεί πώς η έλλειψη κυβερνητικών δεδομένων λόγω του shutdown της κυβέρνησης θα επηρεάσει την απόφαση του Δεκεμβρίου.
«Είναι πραγματικά δύσκολο να πούμε. Η συνάντηση του Δεκεμβρίου… απέχει έξι εβδομάδες. Απλώς δεν ξέρουμε τι θα δούμε» είπε.
Ωστόσο, όπως ήταν αναμενόμενο, οι δημοσιογράφοι επανήλθαν με τις ερωτήσεις τους σχετικά με την έλλειψη οικονομικών δεδομένων και την προειδοποίησή του προς τις αγορές ότι δεν υπάρχει εγγύηση για μείωση των επιτοκίων τον Δεκέμβριο.
Ο Πάουελ επεσήμανε ότι το κλείσιμο της κυβέρνησης θα μπορούσε να αποτελέσει λόγο για να μην μειωθούν τα επιτόκια τον Δεκέμβριο, καθώς θολώνει την οικονομική εικόνα.
«Θα συλλέξουμε κάθε στοιχείο που μπορούμε να βρούμε, θα το αξιολογήσουμε και θα το εξετάσουμε προσεκτικά. Αυτή είναι η δουλειά μας… Αν με ρωτήσετε αν αυτό θα επηρεάσει τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, δεν λέω ότι θα την επηρεάσει, αλλά ναι, μπορείτε να το φανταστείτε. Τι κάνετε όταν οδηγείτε στην ομίχλη; Επιβραδύνετε».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την αγορά εργασίας ανέφερε ότι υπάρχουν ορισμένα άλλα δεδομένα στα οποία μπορεί να βασιστεί η Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς της Ομοσπονδιακής Τράπεζας παρά το κλείσιμο της κυβέρνησης.
Πρόκειται για τις αιτήσεις επιδόματος ανεργίας σε επίπεδο πολιτείας και η έρευνα του “beige book” της Ομοσπονδιακής Τράπεζας δίνουν στην επιτροπή μια εικόνα για το τι συμβαίνει, είπε.
Αυτό σημαίνει ότι «έχουμε μια εικόνα για το τι συμβαίνει… Θα έλεγα ότι δεν θα μπορέσουμε να έχουμε, ξέρετε, την λεπτομερή αίσθηση των πραγμάτων. Αλλά νομίζω ότι αν υπήρχε μια σημαντική ή ουσιώδης αλλαγή στην οικονομία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, νομίζω ότι θα την ανακτούσαμε μέσω αυτού»
Ο πρόεδρος της Fed περιγράφοντας την αγορά εργασίας είπε ότι στο επίπεδο της προσφοράς σημειώθηκε μια δραματική μείωση των εργαζομένων λόγω της μεταναστευτικής πολιτικής αλλά υπήρξε και χαμηλότερη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό. «Και αυτό σημαίνει ότι υπάρχει λιγότερη ανάγκη για νέες θέσεις εργασίας επειδή δεν υπάρχει αυτή η ροή προς το εργατικό δυναμικό».
Η ζήτηση εργασίας έχει «σαφώς μειωθεί» λίγο περισσότερο από την προσφορά. Η κεντρική τράπεζα μπορεί να βοηθήσει με τη μείωση των επιτοκίων στο κομμάτι της ζήτησης εργασίας.
Ωστόσο τα μέλη της Επιτροπής έχουν διαφορετική προσέγγιση στην εντολή που αφορά τη μέγιστη απασχόληση. Υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν ότι η επιβράδυνση της αγοράς εργασίας είναι ζήτημα προσφοράς εργασίας οπότε δε μπορεί να το διορθώσει η Fed και το βάρος της απόφασης γέρνει στην πλευρά της εντολής που αφορά τη σταθερότητα των τιμών.
Υπάρχουν και τα μέλη ανάμεσα τους και ο ίδιος ο Πάουελ, όπως είπε, που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν τα διαθέσιμα εργαλεία τους, ήτοι τα επιτόκια, για να επηρεάσουν τη ζήτηση εργασίας. Επεσήμανε ότι οι καθοδικοί κίνδυνοι για την απασχόληση φαίνεται να έχουν προκύψει τους τελευταίους μήνες.
Οι δασμοί τροφοδοτούν τον πληθωρισμό
Περιγράφοντας τη δύσκολη εξίσωση που καλούνται να λύσουν τα μέλη της Επιτροπής εξήγησε την ώρα που οι κίνδυνοι στην αγορά εργασίας είναι καθοδικοί στον πληθωρισμό είναι ανοδικοί. Αυτό καθιστά πιο δύσκολες τις αποφάσεις καθώς οι κεντρικοί τραπεζίτες καλούνται να είναι προσεκτικοί στους κινδύνους και για τις δύο πλευρές της διπλής εντολής της.
Αναφερόμενος στον πληθωρισμό σημείωσε ότι «οι υψηλότεροι δασμοί ωθούν προς τα πάνω τις τιμές σε ορισμένες κατηγορίες αγαθών, με αποτέλεσμα υψηλότερο συνολικό πληθωρισμό. Μια λογική βασική υπόθεση είναι ότι οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό θα είναι σχετικά βραχύβιες, μια εφάπαξ μετατόπιση του επιπέδου των τιμών. Αλλά είναι επίσης πιθανό οι πληθωριστικές επιπτώσεις να είναι πιο επίμονες, και αυτός είναι ένας κίνδυνος που πρέπει να αξιολογηθεί και να διαχειριστεί» υπογράμμισε.
Επιπλέον απαντώντας σε ερώτηση εξήγησε ότι ο πληθωρισμός μακριά από τους δασμούς δεν απέχει στην πραγματικότητα τόσο πολύ από τον στόχο μας του 2%».
Ενώ οι άνθρωποι έχουν «διαφορετικές εκτιμήσεις» για το πώς οι δασμοί επηρεάζουν τον πληθωρισμό πρόσθεσε ότι ο αντίκτυπος «μπορεί να είναι, ξέρετε, 5 ή 6 δέκατα», αναφερόμενος σε δεκάδες ποσοστιαίες μονάδες.
Έτσι, αν ο πληθωρισμός τώρα είναι 2,8%, είπε, χωρίς δασμούς μπορεί να είναι «2,3 ή 2,4 σε αυτό το εύρος».
Η διαφωνία ανάμεσα στα μέλη της FOMC
Ο Πάουελ περιέγραψε τους λόγους για τους οποίους υπάρχουν τόσο διαφορετικές απόψεις μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής αυτή τη στιγμή. «Δεν πρόκειται μόνο για διαφορετικές προβλέψεις. Υπάρχουν επίσης διαφορετικά επίπεδα αποστροφής προς τον κίνδυνο. Ορισμένοι αξιωματούχοι είναι διατεθειμένοι να σταματήσουν τις μειώσεις των επιτοκίων και να δουν αν οι κίνδυνοι στην αγορά εργασίας είναι πραγματικοί»
Υπενθυμίζεται ότι την σημερινή απόφαση δεν στήριξαν ο Στίβεν Μίραν που υποστήριξε τη μείωση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης και ο Τζέφρει Σμίτ, που ήταν υπέρ το να διατηρηθούν αμετάβλητα τα επιτόκια.
Οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη
Αναφερόμενος στο shutdown είπε θα «επιβαρύνει την οικονομική δραστηριότητα όσο διαρκεί» αλλά οι επιπτώσεις θα πρέπει να «αντιστραφούν» μετά το τέλος του.
Η ανάπτυξη θα κινηθεί με μέτριους ρυθμούς , 1,6% είναι η εκτίμηση για φέτος έναντι 2,4% την προηγούμενη χρονιά. «Συνολικά, είναι μια καλή εικόνα» ανέφερε για την οικονομία των ΗΠΑ. «Όμως, όσον αφορά την πολιτική μας, έχουμε ανοδικούς κινδύνους για τον πληθωρισμό, καθοδικούς κινδύνους για την απασχόληση, και αυτό είναι κάτι πολύ δύσκολο για μια κεντρική τράπεζα».



























