Ιδού τα μέτρα που έλαβε η Γερμανία για τις επιχειρήσεις: Αναπλήρωση εισοδήματος 50%-87%, μείωση ΦΠΑ στο 7% από 19% για εστίαση κ.ά.

H πρεσβεία της Ελλάδος στο Βερολίνο σε έγγραφό της περιγράφει επιπρόσθετα μέτρα που έλαβε στις 22 Απριλίου 2020 η γερμανική κυβέρνηση για να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους που πλήττονται οικονομικά από την πανδημία του κορωνοϊού.

Το ενδιιαφέρον είναι ότι τα μέτρα αφορούν αναπλήρωση εισοδήματος έως τέλος του 2020 ενώ ειδικά για το χώρο της εστίασης προβλέπεται η μείωση του ΦΠΑ στο 7% από 19% μέχρι τον Ιούλιο του  2021. Επίσης προβλέπεται ο συμψηφισμός ζημιών με κέρδη μελλοντικών ετών και παράταση επιδομάτων ανεργίας τα οποία ειδικά για άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών παρατείνονται υπό προϋποθέσεις για 24 μήνες.

Ακολουθεί το περιεχόμενο του ενημερωτικού εγγράφου της πρεσβείας:

Ο Κυβερνητικός Συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, στην πρώτη κοινή συνεδρίασή του μετά το ξέσπασμα της πανδημίας στις 22 Απριλίου τ. έ, αποφάσισε τη λήψη επιπρόσθετων μέτρων στήριξης των επιχειρήσεων και της εργασίας και αναθέρμανσης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, συνολικού ύψους άνω των €10 δις.
Τα μέτρα περιλαμβάνουν:

1. Σταδιακή αύξηση προβλεπόμενου ποσοστού αναπλήρωσης αποδοχών εργαζομένων που εντάσσονται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης
Συγκεκριμένα, το ποσοστό αναπλήρωσης των αποδοχών εργαζόμενων, με τουλάχιστον 50%
απώλεια εισοδήματος λόγω μερικής απασχόλησης, από το τρέχον ποσοστό 60% ή 67% για
εργαζομένους με τέκνα, αυξάνεται από τον 4ο μήνα παραμονής σε καθεστώς μερικής απασχόλησης σε 70% ή αντίστοιχα 77% και αντιστοίχως από τον 7ο μήνα σε 80%/87%, με περιορισμένο χρονικό ορίζοντα ωστόσο έως και το τέλος του 2020.
Ταυτόχρονα, ελαστικοποιείται το ρυθμιστικό πλαίσιο εργαζομένων που βρίσκονται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης που διέπει την άσκηση και 2ης εργασίας.

2. Παράταση καταβολής επιδομάτων ανεργίας
Λόγω της τρέχουσας κατάστασης στην αγορά εργασίας, η παροχή επιδομάτων ανεργίας στους δικαιούχους (οι αξιώσεις των οποίων πρόκειται να εκπνεύσουν μεταξύ 1.5 και 31.12.2020) παρατείνεται κατά 3 μήνες, ενώ για εργαζομένους άνω των 50 ετών, το συνολικό διάστημα παροχής επιδόματος ανεργίας παρατείνεται έως 24 μήνες (υπό προϋποθέσεις).

3. Φορολογικές ελαφρύνσεις ειδικά για τον κλάδο εστίασης/φιλοξενίας
Ο γενικός συντελεστής ΦΠΑ που επιβάλλεται στα γεύματα που προσφέρονται σε χώρους εστίασης, για το διάστημα 1ης Ιουλίου 2020 και 30ης Ιουνίου 2021, μειώνεται από 19% σε 7%, ήτοι εξομοιώνεται με το ισχύοντα συντελεστή για τα γεύματα «σε πακέτο».
Η παραπάνω μείωση του Φ.Π.Α. εκτιμάται ότι θα επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό κατά €5 δισ, ωστόσο θα ανακουφίσει τις σκληρά πληττόμενες επιχειρήσεις του κλάδου της
εστίασης/φιλοξενίας κατά €4 δισ. , υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η πλήρης επανέναρξη
λειτουργίας τους θα ξεκινήσει εντός Μαΐου τρέχοντος έτους.

4. Επιπλέον φορολογικές ελαφρύνσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Τα προτεινόμενα μέτρα στοχεύουν στην περαιτέρω ενίσχυση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και προβλέπουν κατά κύριο λόγο την δυνατότητα συμψηφισμού ζημιών των επιχειρήσεων από την τρέχουσα χρήση, με τις προκαταβολές φόρων από το 2019 (υπό προϋποθέσεις). Το μέτρο αυτό αναμένεται να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό με €4 δισ. περίπου.

Σχολεία 

Στο έγγραφο αναφέρονται και μέτρα χρηματοδότησης υλικοτεχνικού εξοπλισμού για σχολεία . Συγκεκριμένα αποφασίστηκε η ενίσχυση των σχολείων ανά τη χώρα με επιπλέον €500 εκατ., προκειμένου να αναβαθμίσουν τον ηλεκτρονικό και ψηφιακό εξοπλισμό τους, να δημιουργήσουν ψηφιακό διδακτικό υλικό για εξ αποστάσεως εκπαίδευση, ενώ προβλέπεται και η δυνατότητα οικονομικής ενίσχυσης των μαθητών – απευθείας μέσω των σχολείων, με στόχευση στους οικονομικά ασθενέστερους- έως το ποσό των €150, για την αγορά αναγκαίου ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ταμπλέτες, Η/Υ κ.λπ.).

Όπως σημειώνει η πρεσβεία τέλος, το συνολικό «πακέτο» των μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων, της αγοράς εργασίας και γενικώς στήριξης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, το οποίο έχει θέσει σε εφαρμογή η γερμανική Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, υπολογίζεται ότι δημιουργεί επιπρόσθετες ανάγκες νέου δανεισμού ύψους €156 δισ.