Ο Προκόπης Παυλόπουλος και μια χάρη που πλήττει τους θεσμούς

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συνομιλεί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο στην Πρωτοχρονιάτικη Δοξολογία για το νέο έτος, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, χοροσταντούντος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμου, Αθήνα, Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2020

Πριν από λίγες μέρες έγινε γνωστό ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ΠτΔ), Προκόπης Παυλόπουλος, απένειμε χάρη στον πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου Δημήτρη Κώνστα, που είχε καταδικαστεί σε 14 χρόνια κάθειρξη για υπεξαίρεση. Ποινή την οποία δεν εξέτισε, καθώς μετά από μερικούς μήνες στην φυλακή, αιτήθηκε και έλαβε αναστολή της ποινής για λόγους υγείας, στη συνέχεια προώθησε το αίτημα απονομής χάρης, που κατάφερε και έλαβε πριν από μερικές μέρες. H χάρη ουδεμία σχέση έχει με απαλλαγή από τις κατηγορίες ή αθώωση. Είναι αυτό που λέει η λέξη: χάρη.

Ο πρώην πρύτανης είχε κριθεί ένοχος από τη Δικαιοσύνη και σε πρώτο και σε δεύτερο βαθμό ως ένας από τους υπαίτιους για την υπόθεση διασπάθισης δημόσιου χρήματος στο πανεπιστήμιο που υπηρετούσε. Η υπεξαίρεση των 8 εκατομμυρίων ευρώ από τα ταμεία του Παντείου Πανεπιστημίου ήταν ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της πανεπιστημιακής κοινότητας που αποκαλύφθηκαν και βγήκαν στην δημοσιότητα.

Τα χρόνια της «ευμάρειας» είχαν κατά καιρούς υπάρξει σκιές και για άλλα πανεπιστήμια και πρυτανικές αρχές. Κανείς όμως δεν τόλμησε να ερευνήσει ποτέ επί της ουσίας και να φέρει τα ευρήματα στη δημοσιότητα. Στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αφενός η κατάσταση είχε ξεπεράσει κάθε όριο πρόκλησης, καθώς χρήματα του πανεπιστημίου έφτασαν να πηγαίνουν στην αγορά σούπερ καρς (Φεράρι) και πολυτελών τζακούσι. Ακόμα και η δωρεά του Κώστα Σημίτη στη Βιβλιοθήκη της Σχολής δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό της αφού τα χρήματα “χάθηκαν”.

Θαρραλέοι αλλά άτυχοι καθηγητές

Μετά από τα χρόνια της ρεμούλας, βρέθηκαν στη θέση του Πρύτανη και του Αντιπρύτανη δύο θαρραλέοι και έντιμοι καθηγητές, ο Ηλίας Σιδηρόπουλος και ο Ονούφριος Φαρμακίδης, οι οποίοι τόλμησαν να τα βάλουν με το κατεστημένο που απαιτούσε συγκάλυψη και αποφάσισαν να αποκαλύψουν τα πάντα μέχρι τέλους. Το τέλος στην περίπτωση τους ήταν κυριολεκτικό καθώς οι άνθρωποι αυτοί πέθαναν λίγο μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, αφού στο μεταξύ είχαν δεχθεί πιέσεις και απειλές. Ο Ηλίας Σιδηρόπουλος πολιτικά ανήκε στον κεντροδεξιό χώρο, χωρίς να έχει σχέση όμως με κομματικούς μηχανισμούς ενώ ο Ονούφριος Φαρμακίδης ήταν στο χώρο της κεντροαριστεράς – μαθητής και πολύ στενός φίλος του Κώστα Σημίτη. Για να καταλάβει κανείς μάλιστα την εμπιστοσύνη που του είχε, όταν ο τελευταίος έγινε πρωθυπουργός, άφησε στον Ονούφριο Φαρμακίδη το δικηγορικό του γραφείο. Παρόλα αυτά, όταν ο Φαρμακίδης ενημέρωσε λεπτομερώς και με στοιχεία για την κατάσταση στο Πάντειο τον πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος είχε λάβει γνώση και της έκθεσης των ορκωτών λογιστών που είχε πολύ περισσότερα στοιχεία για πρόσωπα και πράγματα (η οποία δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας) εκείνος έφριξε μεν, αλλά θεώρησε ότι το θέμα δεν έπρεπε να αναδειχθεί γιατί θα έθιγε και την κυβέρνηση.

Ο Φαρμακίδης, παρ΄όλη την εκτίμηση που του είχε, απογοητεύτηκε που δεν βρήκε την στήριξη που περίμενε αλλά προχώρησε, μαζί με τον επίσης ατρόμητο Ηλία Σιδηρόπουλο. Και οι δύο δέχονταν από την αρχή της επιχείρησης κάθαρσης πάρα πολλές απειλές και πιέσεις. Ο Φαρμακίδης μόλις είχε κάνει χειρουργική επέμβαση στο κεφάλι και είχε βγει πριν από 2-3 μέρες από το νοσοκομείο, όταν πηγαίνοντας στο πάρκινγκ να πάρει το αυτοκίνητό του, του επιτέθηκαν μπράβοι χτυπώντας τον άγρια, ακόμα και στο κεφάλι που είχε κάνει την επέμβαση, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η υγεία του.

Ο Σιδηρόπουλος δεχόταν συνέχεια απειλές για τον ίδιο και την οικογένεια του, με αποτέλεσμα να υποστεί σειρά εγκεφαλικών επεισοδίων που στο τέλος τον οδήγησαν στο θάνατο.
Οι περισσότεροι τους αντιμετώπιζαν ως “παράξενους ενοχλητικούς”, που με την υπερβολή τους στη μη ανοχή παρανομιών που ήταν περίπου αποδεκτές ως τότε, στοχοποιούν την πανεπιστημιακή κοινότητα. Και ούτε οι υπόλοιποι πανεπιστημιακοί επιθυμούσαν να αρχίσει μετά από αυτό ένα γαϊτανάκι ερευνών και στα άλλα πανεπιστήμια, αφού ως τότε οι καταγγελίες θάβονταν.

Οι δύο καθηγητές, για πολλούς, είχαν κάνει μία “κακή αρχή” που δεν έπρεπε να γίνει. Ετσι σε κάποια ΜΜΕ άρχισαν να εμφανίζονται σχόλια με υπονοούμενα που κατηγορούσαν τους δύο καθηγητές για απίθανα πράγματα, προκειμένου να τους σπιλώσουν. Κατηγορίες ασήμαντες και αστήρικτες που όμως συνέβαλαν στο κλίμα πίεσης εναντίον των δύο γενναίων καθηγητών που κατάφεραν να αποκαλύψουν το σκάνδαλο, αλλά πλήρωσαν τεράστιο τίμημα. Δεν έζησαν καν για δουν τουλάχιστον την δικαστική έκβαση, η οποία δικαίωσε την έρευνα τους, παρότι η πίεση που ασκήθηκε από το πανεπιστημιακό και πολιτικό κατεστημένο ήταν τεράστια.

Μάρτυρες υπεράσπισης αρκετοί βουλευτές

Ενώ λοιπόν “επιφανείς” καθηγητές και υπάλληλοι του Παντείου διενεργούσαν για χρόνια απάτες που είχαν ως αποτέλεσμα να χαθούν εκατομμύρια από τα ταμεία του πανεπιστημίου και παρά τα ενοχοποιητικά πορίσματα που υπήρχαν ( των ορκωτών λογιστών και του υπουργείου Οικονομικών) πολλοί πολιτικοί τους φίλοι και καθηγητές εμφανίστηκαν ως μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορούμενων για κατάχρηση δημόσιου χρήματος: Θόδωρος Πάγκαλος, Ανδρέας Λοβέρδος και Φώτης Κουβέλης ήταν μερικοί από όσους παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο ως μάρτυρες υπεράσπισης των κατηγορούμενων που καταδικάστηκαν. Στη λίστα των μαρτύρων υπεράσπισης υπήρχαν επίσης μεταξύ άλλων τα ονόματα του Γιάννη Πανούση, της Φάνης Πάλλη Πετραλιά και του Παναγιώτη Ρουμελιώτη.

Η χήρα του πρώην πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου Ηλία Σιδηρόπουλου, Χριστίνα Σιδηροπούλου, μία ημέρα μετά τη καταδίκη των εμπλεκομένων, μιλώντας στον ALPHA κατήγγειλε δημόσια για πρώτη φορά τους εκβιασμούς και τις απειλές, που οδήγησαν τον σύζυγό της στο θάνατο από εγκεφαλικό.

Η σύζυγος του Ηλία Σιδηρόπουλου είχε πει τότε ότι η δικαστική απόφαση ήταν ήπια, γιατί «14 χρόνια κυκλοφορούσαν ελεύθεροι και ωραίοι και οι άλλοι καθηγητές είναι στον τάφο». Είχε μιλήσει μάλιστα για μεγαλύτερο σκάνδαλο από αυτό που αποκαλύφθηκε και είχε ζητήσει τη δήμευση των περιουσιών των ενόχων. Υποστήριξε ότι με τα χρήματα εκείνα αγοράστηκαν σπίτια, εξοχικές κατοικίες, ενώ σημαντικά ποσά παίχτηκαν ακόμη και σε χαρτοπαικτικές λέσχες της Αθήνας. Η Χριστίνα Σιδηροπούλου είχε πει τότε ότι «ο άνδρας μου αποκάλυψε, ότι έπαιρναν μίζες όσοι διώκονται». “…Εκβίαζαν και απειλούσαν όποιον μιλούσε…”. «Ουσιαστικά δολοφόνησαν τον άντρα μου, αφού τον οδήγησαν στον θάνατο από εγκεφαλικό».

Πράγματι, από το 1998, που άρχισαν οι πρώτες αποκαλύψεις, έγιναν πολλές προσπάθειες να εξαφανιστούν στοιχεία, να κλείσουν στόματα και να σταματήσουν οι έρευνες. Χάρη στους δύο καθηγητές όμως που αψήφησαν κάθε απειλή, η υπόθεση έφτασε στη δικαιοσύνη. Και η δικαιοσύνη καταδίκασε τους εμπλεκόμενους.

Το ΦΕΚ

Το ΦΕΚ που αποκάλυψε πρόσφατα το σάιτ pagenews.gr δίνει χάρη στο υπόλοιπο της ποινής των 14 ετών που έχει καταδικαστεί ο Πρύτανης του Παντείου με Προεδρικό Διάταγμα μετά από πρόταση του αρμόδιου υπουργού Δικαιοσύνης Κωνσταντίνου Τσιάρα:

«Με προεδρικό διάταγμα που εκδόθηκε στην Αθήνα στις 13.11.2019 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 παρ. 1 του Συντάγματος, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και γνωμοδότηση του Συμβουλίου Χαρίτων, χαρίζεται το υπόλοιπο της ποινής του ΚΩΝΣΤΑ Δημητρίου του Κων/νου, που του επεβλήθη με την υπ’ αριθ.: 2006/25.6.2012 απόφαση του Α΄ Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών με την οποία είχε καταδικασθεί σε συνολική ποινή καθείρξεως δεκατεσσάρων (14) ετών για τις πράξεις της υπεξαίρεσης, της ψευδούς βεβαίωσης και της απάτης».

Ο πρώην πρύτανης Δημ. Κώνστας έχει αποφυλακιστεί από τον Ιούλιο του 2013, μετά από 14 μήνες κράτησης, με αναστολή της ποινής του του για λόγους υγείας που είχε επικαλεστεί. Στο μεταξύ είχε προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας σε βάρος του (από τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή και τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης) όπου και δικαιώθηκε, αλλά η δικαίωση αυτή δεν έχει καμία σχέση με την ουσία της υπόθεσης και την ενοχή του. Ούτε επηρέαζε την ποινή που είχε να εκτίσει.

Μετά την αποφυλάκισή του για λόγους υγείας ο 83χρονος σήμερα καθηγητής υπέβαλε αίτηση για χάρη του υπολοίπου ποινής. Αυτή ήταν η δεύτερη αίτηση χάριτος, καθώς στην πρώτη το 2017, παρότι υπήρχε θετική πρόταση από τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Σταύρο Κοντονή, η απόφαση του τότε Συμβουλίου Χαρίτων ήταν ομόφωνα απορριπτική.

Στη δεύτερη αίτησή του, επί προηγούμενης κυβέρνησης, υπήρχε κατά πλειοψηφία θετική απόφαση του Συμβουλίου Χαρίτων και η πρόταση του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Μιχ. Καλογήρου ήταν, όπως και του Στ.Κοντονή, θετική. Ο φάκελος διαβιβάστηκε στις 25-6-2019 στην Προεδρία της Δημοκρατίας επεστράφη στο Υπουργείο, λόγω της προκήρυξης των εθνικών εκλογών της 7-7-2019. Ξαναήρθε τώρα και η υπόθεση έλαβε αίσιο τέλος για τον πρώην πρύτανη, που τελικά από τα 14 χρόνια εξέτισε μόνο 14 μήνες.

Και μία τροπολογία

Στις 19-2-2019 ψηφίστηκε τροπολογία των βουλευτών Ν. Ξυδάκη και Ν. Παρασκευόπουλο που έλεγε ότι το Συμβούλιο Χαρίτων πρέπει να εκτιμά θετικά υπέρ του αιτούντος χάρη την παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας που προέρχεται από δηλώσεις δημόσιων αρχών, εφόσον υπάρχει απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, όπως στην περίπτωση Κώνστα, παρότι όπως αναφέραμε, η παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας δεν έχει καμία σχέση με την ουσία της υπόθεσης. Το ότι δηλαδή ο Κώστας Καραμανλής είχε μιλήσει για τον καταδικασθέντα σαν να είχε κριθεί ένοχος πριν αυτός κριθεί από την Δικαιοσύνη, καθιστά την κυβέρνηση υπόχρεη αποζημίωσης απέναντι στον τότε κατηγορούμενο, αλλά δεν τον αθωώνει φυσικά από την κατηγορία για την οποία κρίθηκε ένοχος.

Τελικά, ο πρώην πρύτανης κατάφερε και την αποζημίωση να κερδίσει και την ποινή να μην εκτίσει. Το πολιτικό σύστημα πάντως ήθελε η απόφαση αυτή για την χάρη να περάσει στα “ψιλλά” και να μην τύχει δημοσιότητας, καθώς υπήρχαν φόβοι ότι θα προκαλούσε αναταραχή στο λεγόμενο “καραμανλικό” στρατόπεδο και ενδεχομένως να χρησιμοποιούνταν από ορισμένους στο παρασκήνιο για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.